- παραπλησίαι
- παραπλησίᾱͅ , παραπλήσιοςcoming alongside offem dat sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
παραπλήσιαι — παραπλήσιος coming alongside of fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μαντεία — η (AM μαντεία, Α επικ. τ. μαντείη, ιων. τ. μαντηΐη, Μ και μαντειά) [μαντεύω] 1. το να προλέγει κάποιος αυτά που πρόκειται να συμβούν ή να αποκαλύπτει τα άγνωστα, η προφητική δύναμη, η μαντική ιδιότητα, η μαντική τέχνη («μαντείας... δεῑται ὅ,τι… … Dictionary of Greek
παραπλήσι' — παραπλήσια , παραπλήσιος coming alongside of neut nom/voc/acc pl παραπλήσια , παραπλήσιος coming alongside of neut nom/voc/acc pl παραπλήσιε , παραπλήσιος coming alongside of masc voc sg παραπλήσιε , παραπλήσιος coming alongside of masc/fem voc… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)